Οι πολίτες αξιολογούν αρνητικά την κρατική πολιτική σε δημογραφικό, στέγαση, παιδεία, οικονομία, υγεία, ενέργεια, αξιοκρατία με ποσοστά που αγγίζουν ως και το 83%. Χαστούκι από νέα έρευνα κοινής γνώμης.
Η πανελλαδική έρευνα κοινής γνώμης της Kapa Research για το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ, διαφέρει από τις καθιερωμένες δημοσκοπήσεις για την πρόθεση ψήφου, τους «καταλληλότερους» πολιτικούς αρχηγούς, τη δημοφιλία ή τη φθορά της κυβέρνησης.
Διαφέρει επίσης από τις δημοσκοπήσεις για το κόστος διαβίωσης και το εισόδημα, που μας δείχνουν ότι η ακρίβεια είναι το νούμερο ένα πρόβλημα των νοικοκυριών και ο ένας στους δύο βγάζει-δε βγάζει τον μήνα.
Η έρευνα με τίτλο «Πολίτες και πολιτεία: Εμπιστοσύνη, ανισότητα ευκαιριών, πολιτική συμμετοχή», προσπαθεί να πάει πέρα από τη «φωτογραφία της στιγμής», όπως είναι συνήθως οι δημοσκοπήσεις. Επιχειρεί να αφουγκραστεί τον παλμό της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από ένα ευρύ φάσμα ερωτήσεων, υπερβαίνοντας τη στενή επικαιρότητα.
Γι’αυτό και δεν ρωτάει «πώς αξιολογείτε την κυβέρνηση», αλλά «πως αξιολογείτε την ακολουθούμενη πολιτική του κράτους σε κρίσιμους τομείς;».
Οι απαντήσεις, σαφώς και αφορούν την τωρινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, την οποία οι πολίτες βαθμολογούν με κάτω από τη βάση σε όλους τους τομείς, πλην της τεχνολογίας.
Όμως η χαμηλή αξιολόγηση της κρατικής πολιτικής και η ακόμα πιο χαμηλή εμπιστοσύνη σε πολιτειακούς θεσμούς, αντηχεί μια βαθύτερη και πιο διαχρονική απογοήτευση και αίσθηση ματαίωσης.

Σχεδόν 9 στους 10 νέους αξιολογούν αρνητικά την πολιτική της κυβέρνησης στο δημογραφικό
Αν έχεις μέσον διάβαινε
Η έρευνα διεξήχθη τον Σεπτέμβριο, μετά τη ΔΕΘ, σε μια περίοδο που οι αποκαλύψεις για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ πρωταγωνιστούσαν (όπως και τώρα) στην επικαιρότητα.
Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών (97%), αναγνωρίζουν ότι ζουν σε μια χώρα εκτεταμένης διαφθοράς, δεν έχει να κάνει μόνο με την ειδησεογραφική επικαιρότητα των ημερών.
Προκύπτει από βιωμένες εμπειρίες, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη χώρα αυτή οι ευκαιρίες και τα βάρη είναι άνισα και η πρόσβαση σε στοιχειώδη αγαθά και υπηρεσίες όπως η στέγαση, η υγεία, η εργασία, η ενέργεια δεν είναι ούτε δεδομένη, ούτε δίκαια μοιρασμένη. Το πιο τρομαχτικό εύρημα, σύμφωνα με τους ερευνητές δεν είναι ότι οι πολίτες θεωρούν διαδεδομένη τη διαφθορά. Αλλά ότι ο ένας στους δύο έχει βιώσει ή έχει υπάρξει μάρτυρας περίπτωσης διαφθοράς, τον τελευταίο χρόνο.
Αν έχεις οικονομική επιφάνεια ή «μέσον» (συχνά αυτά πάνε μαζί), διάβαινε, αν όχι… αλίμονό σου, είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από τις απαντήσεις των πολιτών, που διαφέρουν ανάλογα με την κοινωνική τους τάξη, το εισόδημα, τον τόπο κατοικίας.
Γι’αυτό και εκείνοι που τα βγάζουν δύσκολα πέρα και όσοι ζουν σε αγροτικές περιοχές, είναι κι εκείνοι που νιώθουν πλέον αποκλεισμένοι. Όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα, αλλά και από το κράτος πρόνοιας, την απασχόληση, την ασφάλιση, ακόμα και την πρόσβαση σε αξιοπρεπείς υποδομές, οδικά δίκτυα και συγκοινωνίες.
Όσο οι άνθρωποι στραγγαλίζονται στα απαραίτητα και τα καθημερινά, όπως το να μπορείς να ζήσεις σε δικό σου σπίτι ή να κάνεις οικογένεια (δικαιώματα που νιώθουν ότι στερούνται ένα τεράστιο ποσοστό νέων ανθρώπων), πώς μετά να ασχοληθούν με τα μεγάλα, τα σπουδαία, τα υψηλά;

Φορολογική αδικία
Το «αίσθημα αδικίας στην ελληνική κοινωνία», ένας παράγοντας που εξετάζει η έρευνα, είναι ιδιαίτερα έντονο στο θέμα της φορολογίας. Σχεδόν οχτώ στους δέκα πολίτες θεωρούν άδικη τη φορολογία που πληρώνουν. Το αίσθημα φορολογικής αδικίας είναι πιο έντονο στους οικονομικά ασθενέστερους, και αγγίζει το 90%, στους εργάτες, τους αγρότες και τους μικρομεσαίους.
Πρόκειται για μια τεράστια αποτυχία της κυβέρνησης, λαμβάνοντας υπόψιν την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας. Ακριβώς μετά τις εξαγγελίες της ΔΕΘ, όταν η κυβέρνηση περίμενε να εισπράξει «θετικές» αντιδράσεις στα πολυδιαφημισμένα μέτρα «φοροελαφρυνσης» της μεσαίας τάξης, των οικογενειών με παιδιά και των νέων.

Το αίσθημα φορολογικής αδικίας είναι υψηλότερο σε όσους δυσκολεύονται οικονομικά (89%)
Διαχρονική απογοήτευση
«Αυτό που προκύπτει από την έρευνα, είναι ότι έχουν παγιωθεί συγκεκριμένες αδικίες στην Ελλάδα. Κάποιος που μπορεί να έχει μια καλή οικονομική κατάσταση, είναι ευχαριστημένος. Αν όμως για τον οποιοδήποτε λόγο δεν έχει οικονομική επιφάνεια, αισθάνεται ότι δεν μπορεί να περιμένει τίποτα από κανέναν. Εκφράζεται διαχρονικά μια απογοήτευση ότι το πολιτικό σύστημα δεν ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες των πολιτών», δηλώνει στο in ο Μιχάλης Γούδης διευθυντής του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ στην Ελλάδα – γραφείο Θεσσαλονίκης.
Ο ίδιος εξηγεί ότι η έρευνα επέλεξε να εστιάσει σε θεμελιώδη ζητήματα της καθημερινότητας, όπως η στέγαση, η ενέργεια, οι υποδομές, οι ευκαιρίες στην επαγγελματική και κοινωνική ζωή, και πως αυτές διαφέρουν ανάλογα με τον τόπο κατοικίας.

Οι νέοι νιώθουν οι πλέον αποκλεισμένοι από το δικαίωμα στη στέγαση
Στεγαστική κρίση
O κ. Γούδης μας υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα είναι μακράν η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού που πληρώνει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για στέγαση. Δεν πρόκειται για ένα πρόσκαιρο εύρημα, αλλά επιβεβαιώνεται τα τελευταία δέκα χρόνια. Ταυτόχρονα, έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ενεργειακής φτώχειας.
«Όταν ζεις επί δέκα χρόνια σε αυτές τις συνθήκες, όταν φτάνεις 30 και 35 χρονών και δεν μπορείς να φύγεις από το σπίτι των γονιών σου, όταν πας να δουλέψεις αναπληρωτής σε ένα νησί και δεν μπορείς να βρεις μέρος να μείνεις. Όταν ένα ένα νέο ζευγάρι δουλεύουν και οι δύο και δεν μπορούν να ζήσουν σε ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα γιατί τα ενοίκια είναι δυσθεώρητα, όταν δεν καλύπτονται τα βασικά, τι θα κάνεις από εκεί και πέρα; Το αίσθημα ότι εγώ σε εκλέγω και εσύ δεν ανταποκρίνεσαι στις ανάγκες μου, που είχες υποσχεθεί ότι θα καλύψεις, δημιουργεί ένα πολιτικό παράπονο. Είναι μια θεμελιώδης αποτυχία της πολιτικής», σχολιάζει ο διευθυντής του Χάινριχ Μπελ.
Γι’αυτό και επιμένει ότι το μήνυμα που στέλνουν πολίτες δεν αφορά μόνο ένα κόμμα ή μια κυβέρνηση, αλλά συνολικά το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα. Συνδέει τα ευρήματα της νέας δημοσκόπησης, με προγενέστερη έρευνα του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, που έδειχνε την εκρηκτική άνοδο της αποχής. «Ο κόσμος δεν συμμετέχει στις εκλογές, γιατί θεωρεί ότι δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά αυτό που θα ψηφίσει».
Χρειαζόμαστε καλύτερες απαντήσεις από την πολιτική
«Ο σκοπός μας με αυτή την έρευνα, ήταν να κατανοήσουμε την αίσθηση που όλοι βιώνουμε στην κοινωνία, μιλώντας με τους γνωστούς μας αλλά και με λιγότερο γνωστούς. Υπάρχει η διάχυτη αίσθηση ότι τίποτα δε λειτουργεί σωστά και δεν αποδίδεται δικαιοσύνη, από τα καθημερινά, μέχρι τα μεγάλα. Είναι αυτό που οδήγησε τόσο κόσμο να βγει στους δρόμους, απαιτώντας δικαιοσύνη για τα Τέμπη.
Όλα αυτά δείχνουν ότι χρειαζόμαστε καλύτερες απαντήσεις από την πολιτική και κυρίως χρειάζεται να μην αφήσουμε να χρονίσει αυτό το φαινόμενο που από τη μία βλέπουμε ότι εκφράζεται με την πολύ μικρή εμπιστοσύνη στους θεσμούς και από την άλλη με τη σταδιακή απόσυρση των πολιτών και την αποξένωσή τους από την πολιτική και τα κοινά», καταλήγει ο κ. Γούδης.